ντεσιμπελόμετρο

ντεσιμπελόμετρο
το
βολτόμετρο εναλλασσόμενου ρεύματος βαθμονομημένο σε ντεσιμπέλ που χρησιμοποιείται στις τηλεπικοινωνίες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ντεσιμπέλ «μονάδα μέτρησης τής έντασης τού ήχου» + συνδετικό φωνήεν -ο- + μέτρο].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”